Σαν την μέρα που ξημερώνει στις 25 Ιουλίου του 1261 με ένα σώμα 800 ανδρών το οποίο αποτελούνταν από Ρωμαίους και Κουμάνους οπλίτες ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος, που δυστυχώς ελάχιστοι γνωρίζουν, ανακατέλαβε την Πόλη από την έκνομη και επαίσχυντη 57χρονή λατινική κυριαρχία από τους ‘Σταυροφόρους”.
Πάντα ο Θεός στέλνει έναν “τρελό” στο Ρωμαίϊκο να βγάλει τα κάστανα απο την φωτία, οταν δεν πάει άλλο, μας κάνει κέφι ο Παντελεήμονας παιδιά οτι και να λέμε.
Τρεις εβδομάδες περίπου αργότερα,στις 15 Αυγούστου του 1261 ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος ο “Ελευθερωτής”(φωτό), εισέρχεται θριαμβευτικά στη Βασιλεύουσα.
Ο ιστορικός της εποχής και αυτόπτης μάρτυρας Γεώργιος Ακροπολίτης γραφει για την αυτοκρατορική είσοδο στην Πόλη:
“Ο αυτοκράτορας έφτασε στην Κωνσταντινούπολη τη 14η Αυγούστου. Δε θέλησε να μπει την ίδια μέρα στην πόλη, αλλά στρατοπέδευσε στη Μονή Κοσμιδίου, κοντά στη Μονή των Βλαχερνών. Από τα χαράματα σηκώθηκε και μεθόδευσε την είσοδό του στην Πόλη κατά τον ακόλουθο τρόπο: επειδή δεν παρευρισκόταν ο πατριάρχης Αρσένιος (ήταν απρόθυμος για τις λαμπρές εκδηλώσεις και έτρεφε εχθρικά αισθήματα προς το βασιλιά), τον αντικατέστησε ο επίσκοπος Κυζίκου Γεώργιος. Ανέβηκε σε έναν από τους πύργους της Χρυσής Πύλης, κρατώντας την ανάγλυφη εικόνα της Θεοτόκου, η οποία είχε πάρει την ονομασία της από τη μονή των Οδηγών και απάγγειλε τις ευχές έτσι που να ακουστούν από όλους. Βγάζοντας λοιπόν το στέμμα του ο βασιλιάς και γονατίζοντας έπεσε στο έδαφος και όλοι οι άνθρωποι γονάτισαν πίσω από αυτόν. Και μόλις ολοκληρώθηκε η απαγγελιά της πρώτης ευχής κι ο διάκονος είπε: Σηκωθείτε!
Αφού σηκώθηκαν όλοι ανέκραξαν το Κύριε ελέησον, επαναλαμβάνοντας το εκατό φορές. Και αφού η τελετουργία αυτή τελείωσε, ο βασιλιάς, με τρόπο που έδειχνε περισσότερο την ευσέβεια παρά τη βασιλική μεγαλοπρέπεια, διαβηκε πεζός την Χρυσή Πύλη, ενώ προπορευόταν από αυτόν η εικόνα της Θεομήτορος. Αφού βάδισε ως τη Μονή Στουδίου και άφησε εκεί την εικόνα της πάναγνης μητέρας του Θεού, ανεβαίνοντας στο άλογό του έφτασε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Εκεί, αφού προσκύνησε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και τον ευχαρίστησε σύμφωνα με τα έθιμα, κατέλυσε στο μεγάλο παλάτι. Τότε λοιπόν το ρωμαϊκό πλήθος ευφράνθηκε και ενθουσιάστηκε πολύ και χαιρόταν υπερβολικά, γιατί δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην χοροπηδά και να μη νιώθει αγαλλίαση και σχεδόν να μην πιστεύει στα μάτια του, εξαιτίας της αναπάντεχης εξέλιξης και της υπερβολικής χαράς”.
Ο γενάρχης της δυναστείας των Παλαιολόγων ηταν ένας εκ των κορυφαίων, αν οχι ο κορυφαίος, των αυτοκρατόρων ως προς την διπλωματία (η επιτυχία του Σικελικού εσπερινού εναντία στο καθεστώς των Ανδεγαυών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν). Ωστόσο τεράστιο μελανό σημείο ως προς την βασιλεία του αποτελεί ο σφετερισμός του θρόνου από τον νόμιμο διάδοχο του Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη καθώς και η τύφλωση του στις 25 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους στα 11α γενέθλια του για να μην μπορέσει ποτέ να απειλήσει τη δυναστεία των Παλαιολόγων η οποία έμελλε να ήταν η μακροβιότερη αλλά και η τελευταία για την Αυτοκρατορία της Ρωμανίας.