3 Αυγούστου 1826.
Ο Κιουταχής καταλαμβάνει την πόλη των Αθηνών.
Όχι όμως το φρούριο της Ακρόπολης.
Ο Γκούρας κλείνεται σε αυτό με την φρουρά.
Αρχίζει η πολιορκία.
Ο Κιουταχής, θριαμβευτής πλέον μετά τή μεγάλη του νίκη στο Μεσολόγγι, έδωσε εντολή νά πανηγυρίσουν όλοι οι καζάδες (επαρχίες) γιά τήν επιτυχία τών στρατιωτών τού Ισλάμ. Γιά νά καλοπιάσει τούς οπλαρχηγούς είχε δώσει διαταγή στούς στρατιώτες του νά μήν καίνε τά χωριά πού θά συναντούν στό πέρασμά τους.
Πολλοί κάτοικοι, πού γνώριζαν γιά τήν τύχη όσων στέλνονταν στά σκλαβοπάζαρα τής Αφρικής, έστειλαν αντιπροσώπους γιά νά ζητήσουν προσκυνόχαρτα καί νά διασφαλίσουν ότι ο τουρκικός στρατός θά περνούσε χωρίς νά τούς ενοχλήσει.
Κανένας δέν φαινόταν ικανός νά σταματήσει τήν προέλαση τού στρατού τού Κιουταχή, ο οποίος κατηφόριζε πρός τήν Αττική.
Ο Ανδρούτσος είχε δολοφονηθεί από τόν Κωλέττη καί ο Γκούρας ήταν ανεπαρκής.
Υπήρχε όμως ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, τόν οποίον ευτυχώς ο Μαυροκορδάτος δέν είχε καταφέρει νά εκμηδενίσει.
Ο “γύφτος” λοιπόν ήταν αυτός πού προέβαλλε πρώτος αντίσταση κατά τού Κιουταχή, στήν πορεία του πρός τήν Αθήνα.
Στίς 3 Ιουλίου 1826 ο τουρκικός στρατός πού αποτελείτο από 20000 άνδρες στρατοπέδευσε στά Πατήσια καί ξεκίνησε τήν πολιορκία τής πόλης τών Αθηνών, μέσα στήν οποία ήταν κλεισμένοι οι 1400 στρατιώτες τού Ιωάννη Γκούρα.
Σέ αυτούς ήρθαν τήν τελευταία στιγμή νά προστεθούν 100 άνδρες μέ αρχηγούς τούς Στάθη Κατσικογιάννη, Διονύσιο Ευμορφόπουλο καί Γεράσιμο Φωκά.
Οι πιό σημαντικοί οπλαρχηγοί πού είχε κάτω από τίς διαταγές του ο Γκούρας ήταν οι Μακρυγιάννης, Μήτρος Λέκκας, Συμεών Ζαχαρίτσας, Νερούτσος Μπενιζέλος, Νικόλαος Δανίλης, Νικόλαος Μπενιζέλος, Δημήτριος Καψοράχης, Μήτρος Λήτσας καί Αναγνώστης Ντάβαρης.
Τά κανόνια τού Κιουταχή άρχισαν αμέσως τό καταστροφικό τους έργο, προξενώντας σημαντικές φθορές στά τείχη τής πόλης.
Ο έμπειρος Τούρκος στρατηγός πίεζε τά στρατεύματά του νά καταλάβουν τήν Αθήνα, προτού οι Έλληνες πού είχαν συγκεντρωθεί στήν Ελευσίνα, ανασυνταχθούν καί περάσουν στήν αντεπίθεση.
Ο Κιουταχής είχε ζητήσει βοήθεια από τόν δραστήριο Ομέρ πασά τής Καρύστου, ο οποίος κατέλαβε τό Καπανδρίτι καί τό ιππικό του προχώρησε ακόμα καί μέχρι τόν Πειραιά.
Οι Βάσος Μαυροβουνιώτης καί Νικόλαος Κριεζώτης έστησαν ενέδρα στά Λιόσια καί σκότωσαν αρκετούς Τούρκους ιππείς κατά τήν επιστροφή τους από τόν Πειραιά.
Ο Ομέρ ακολουθώντας τίς εντολές τού Κιουταχή μοίραζε καί αυτός μέ τή σειρά του χαρτιά αμνηστείας ζητώντας υποταγή από τά χωριά τής Δυτικής Αττικής, μέ ευνοϊκά γι’ αυτόν αποτελέσματα, καθώς εκατοντάδες ήταν οι χωρικοί πού έτρεχαν νά προσκυνήσουν τόν Τούρκο πασά.
Οι Αθηναίοι, έχοντας σάν πρότυπό τους τή θυσία τού Μεσολογγίου καί αντλώντας κουράγιο από τά διάσπαρτα αρχαία μνημεία τών προγόνων τους, ήταν αποφασισμένοι νά πολεμήσουν μέχρις εσχάτων.
“Εάν οι συμπατριώτες μας μάς αφήσουν αβοήθητους, τότε τά σώματά μας θά τά σκεπάσουν οι ναοί τού Παρθενώνα, τού Ποσειδώνα καί τού Ερεχθέα, τά οποία διά νά μήν καπνισθούν καί άλλη μία φορά από τόν καπνό τών βαρβάρων θέλουν πέσει μαζί μας.”
Τούς πολιορκημένους είχε επισκεφθεί πρό ημερών καί ο φιλέλληνας Βρετανός πλοίαρχος Χάμιλτον, ο οποίος τούς είχε πεί ότι πάσει θυσία θά πρέπει νά κρατήσουν τό σημαντικό αυτό φρούριο, αφού οι Προστάτιδες Δυνάμεις συζητούσαν πλέον ανοιχτά γιά τήν αναγνώριση τής ανεξαρτησίας τής Ελλάδος.
Κάθε μέρα πού περνούσε έφερνε τήν Ελλάδα πιό κοντά στήν ελευθερία.
Πολύτιμη γιά τήν άμυνα ήταν καί ή άφιξη τού Κώστα Χορμοβίτη, περίφημου λαγουμιτζή πού είχε διακριθεί στήν πολιορκία τού Μεσολογγίου.
Στίς 13 Ιουλίου 1826 ο Μακρυγιάννης μέ Αθηναίους ενόπλους επιχείρησε ξαφνική έφοδο καί κτύπησε τούς Τούρκους πυροβολητές πού βρίσκονταν στά αλώνια τού Γερανίου (νότια από τήν πλατεία Ομονοίας κοντά στού Ψυρρή), σκοτώνοντας αρκετούς από αυτούς.
ΕΕ21
Τήν επόμενη νύκτα ήταν η σειρά τών Τούρκων νά επιτεθούν γιά νά καταλάβουν τούς στύλους τού Ολυμπίου Διός, αλλά τό εγχείρημά τους απέτυχε.
Οι Αθηναίοι γιά νά αντιμετωπίσουν τά τουρκικά κανόνια στό Γεράνι, έστησαν κανονοστάσια στούς Αγίους Αναργύρους.
Στίς 31 Ιουλίου 1826, οι Τουρκαλβανοί τού Κιουταχή συνέλαβαν επτά Έλληνες στρατιώτες πού είχαν σταλεί από τό στρατόπεδο τής Ελευσίνας πρός τούς πολιορκημένους τής Αθήνας μέ επιστολές πού τούς πληροφορούσαν ότι σύντομα θά ξεκινούσε ελληνική επίθεση κατά τού Κιουταχή.
Τελικά τήν πληροφορία αυτή τήν χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Κιουταχής, ο οποίος ενέτεινε τίς προσπάθειες γιά κατάληψη τής πόλης.
Ο Γκούρας δέν είχε φροντίσει νά οχυρώσει επαρκώς τό τείχος τής πόλης ούτε είχε εφοδιάσει τήν πόλη μέ κανόνια.
Σύμφωνα μέ τόν αυτόπτη μάρτυρα Διονύσιο Σουρμελή, παρά τά τεράστια ποσά πού είχε εισπράξει από τόν προστάτη του Κωλέττη, τό φρούριο είχε τρομερές ελλείψεις σέ μπαρούτι, μολύβι καί φυσέκια.
Οι Τούρκοι (5.000) ποτισμένοι μέ ρούμι καί ρακί γιά νά πάρουν θάρρος επιτέθηκαν μέ τήν ανατολή τού ηλίου τής 3ης Αυγούστου 1826 σέ πολλά σημεία τού τείχους καί τελικά κυρίευσαν τήν Αθήνα από τήν Γύφτικη Πόρτα (βορειοδυτικά τής πόλης όπου ξεκινούσε ο δρόμος γιά τήν Ελευσίνα στή σημερινή οδό Σαρρή) καί τούς προμαχώνες τών Αγίων Θεοδώρων καί τών Αγίων Αναργύρων.
Οι Έλληνες ήταν 800 «ντουφέκια».
Οι απώλειες τών Ελλήνων από τήν μάχη τής 3ης Αυγούστου 1826 ήταν 30 νεκροί ενώ οι Τουρκαλβανοί έπιασαν αιχμάλωτες καί 40 γυναίκες. Όλοι οι υπόλοιποι έτρεξαν νά οχυρωθούν στήν Ακρόπολη, αφήνοντας τόν Κιουταχή κυρίαρχο τής πόλης τών Αθηνών.
Οι Έλληνες συνέχισαν τις αιφνιδιαστικές καθόδους.
Μέσα στην Ακρόπολη, παρά τις επιτυχίες των πολιορκημένων, το ηθικό των ανδρών του φρούραρχου της Ακρόπολης Γιάννη Γκούρα είχε διαβρωθεί και ορισμένοι ήθελαν να λιποτακτήσουν.
Για αυτόν τον λόγο ο Γκούρας και οι δημογέροντες της Αθήνας ήθελαν να εισέλθει ένα ακόμα σώμα στην Ακρόπολη.
Οι Επτανήσιοι επιχείρησαν να μπουν δύο φορές, αλλά και τις δύο φορές απέτυχαν.
Οι δυσκολίες μεγάλωναν και όλοι περίμεναν βοήθεια από τον Καραϊσκάκη.
Γύρω από την Ακρόπολη στρατεύματα υπό τον Καραϊσκάκη, τον Φαβιέρο, τον Μαυροβουνιώτη και τον Κριεζώτη, διεξάγουν μάχες με τα στρατεύματα του Κιουταχή.
Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821