Περί Θεοκρατικού Βυζαντίου και Λοιπών Κουραφέξαλων

Σε αντίθεση με τη Δύση όπου κυριαρχούσε το Αλάθητο του Πάπα και οι φεουδαλικοί νόμοι, ή την Σαρία και τον Ισλαμικό νόμο της Θεοκρατίας του Ισλάμ, στην Ρωμανία υπήρχαν κοσμικοί νόμοι.

Γράφει ο Στυλιανός Καβάζης

Μια διαπίστωση του Ισάακ Ασίμοφ (Αμερικανός βιοχημικός και συγγραφέας, ένας από τους πιο πετυχημένους και πολυγραφότατους συγγραφείς έργων επιστημονικής φαντασίας και βιβλίων εκλαϊκευμένης επιστήμης) για τη βασιλεύουσα:

“Από τον 10ο ως το 15ο αιώνα, όταν το Παρίσι και το Λονδίνο ήταν παραγκουπόλεις με λασπωμένους δρόμους και ετοιμόρροπες ξύλινες καλύβες, στην Ανατολή υπήρχε μια πόλη -βασίλισσα, πλούσια σε χρυσάφι, πλημμυρισμένη από έργα τέχνης, γεμάτη από μεγαλοπρεπείς εκκλησιές, με πολύβουο εμπόριο, το θαύμα και ο θαυμασμός όσων την είχαν επισκεφτεί. (και ο φθόνος, θα συμπλήρωνα). Η πόλη ήταν η πρωτεύουσα της μεσαιωνικής Ρωμαϊκης αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη!”

Σε αντίθεση με τη Δύση όπου κυριαρχούσε το Αλάθητο του Πάπα και οι φεουδαλικοί νόμοι, ή την Σαρία και τον Ισλαμικό νόμο της Θεοκρατίας του Ισλάμ, στην Ρωμανία υπήρχαν κοσμικοί νόμοι. Υπήρχε αδιάλειπτα εν λειτουργία το Ρωμαϊκό Δίκαιο, και τα ζητήματα της εκκλησίας δεν επικρατούσε αυθαίρετα η γνώμη του ενός, αλλά γινόταν ψηφοφορία (οικουμενική σύνοδος).
Ούτε το κράτος κατόρθωσε να επιβάλει την άποψή του σε δογματικά θρησκευτικά ζητήματα π.χ. στο ζήτημα των εικόνων ή στο ζήτημα της ένωσης με την δυτική εκκλησία, αλλά ούτε και η εκκλησία δεν μπορούσε να επιβάλει πολιτικές απόψεις στο κράτος. Υπήρχαν όρια που και οι δυο πλευρές σέβονταν με το καλό ή με το ζόρι.

Υποστηρίζεται πως η Ρωμανία ήταν Θεοκρατία, άλλοι υποστηρίζουν πως υπήρξε και “καισαροπαπισμός”. Η Ελένη Αρβελέρ απαντά σε αυτό: “Η σχεδόν γενική πεποίθηση , σ’ ό,τι αφορά το Βυζάντιο ότι η Εκκλησία είναι υποταγμένη στο Κράτος, πράγμα που εκφράζεται με τον «καισαροπαπισμό» δε μου φαίνεται ικανή να περιγράψει μια πραγματικότητα που έχει περισσότερες αποχρώσεις και είναι πολύ πιο περίπλοκη στις σχέσεις ανάμεσα στην κοσμική και στην πνευματική εξουσία. (…) Ο αυτοκράτορας, ως χριστιανός, εξαρτάται από τον πατριάρχη. Ο πατριάρχης, ως πολίτης του Κράτους, εξαρτάται από τον αυτοκράτορα. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει τον απόλυτο διαχωρισμό, τη σαφή διάκριση, ανάμεσα στην αυτοκρατορική εξουσία και το ιερατείο, πράγμα που συνέβη στο Βυζάντιο. Έτσι η πλατιά διαδομένη θεωρία, που παρουσιάζει το βυζαντινό αυτοκράτορα ως ιερέα, δεν αντέχει καθόλου όταν εξετάζουμε τις πηγές. (…) Το διάβημα του Θεοδόσιου Α’ απέτυχε και το προνόμιο του αυτοκράτορα να μένει στο εσωτερικό του ιερού καταργήθηκε ακόμη και στην Κωνσταντινούπολη.(…)

Ο διαχωρισμός της αυτοκρατορικής από την εκκλησιαστική εξουσία είναι ένα γεγονός που καθιερώθηκε από το «βυζαντινό» νόμο. Η «βυζαντινή» ιστορία αναφέρει πολλές απόπειρες πατριαρχών ή αυτοκρατόρων να διαταράξουν την ισορροπία αυτή.
Αλλά, ας το επαναλάβουμε για ακόμα μια φορά, πρόκειται για εξαιρετικές περιπτώσεις κι όχι για διαρκείς καταστάσεις.(..) Αλληλεγγύη και συνενοχή ακόμα είναι τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις σχέσεις ανάμεσα στην εκκλησία και το κράτος στο Βυζάντιο, πολύ περισσότερο από ότι ο «καισαροπαπισμός» ή ο «παποκαισαρισμός»” (Ε. Αρβελέρ “Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας” εκδ. Ψυχογιός).

– Θα αντείπουν κάποιοι ότι για να γίνεις αυτοκράτορας έπρεπε να είσαι ορθόδοξος, κι ότι ο Πατριάρχης έστεφε τον αυτοκράτορα. Όμως αφενός αυτό δεν έχει να κάνει με το ποιος σε εκλέγει,η ορθοδοξία ήταν σαν τη σημερινή “υπηκοότητα”, διότι το κράτος ήταν ορθόδοξο στη θρησκεία. Όπως σήμερα δεν μπορεί να εκλεγεί πρωθυπουργός κάποιος μη Έλληνας πολίτης, δηλαδή ξένος, έτσι και στη Ρωμανία ένας μη ορθόδοξος, δηλαδή αποξενωμένος από τους ορθόδοξους κατοίκους του κράτους, δηλαδή ξένος ως προς τα συμφέροντά τους, δεν γινόταν να είναι βασιλιάς. Όπως σήμερα δεν δίδεται το δικαίωμα σε κάποιο κόμμα, που δεν έχει αποδεχτεί ότι θα σεβαστεί το πολίτευμα, να λάβει μέρος στις εκλογές, για να καταλάβει την εξουσία, έτσι και στη Ρωμανία, δεν διδόταν το δικαίωμα, σε κάποιον που δεν είχε αποδεχτεί την ορθοδοξία ως συστατικό στοιχείο του κράτους, να λάβει την αυτοκρατορική εξουσία. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τον εξέλεγε ο πατριάρχης.

Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, το ότι ο πρωθυπουργός ορκίζεται από τον αρχιεπίσκοπο δεν σημαίνει ότι ο αρχιεπίσκοπος είναι αυτός που τον εκλέγει. Ο αρχιεπίσκοπος υποχρεούται να τον ορκίσει, το ίδιο υποχρεωνόταν τότε κι ο Πατριάρχης να στέψει τον αυτοκράτορα, όταν ήταν όλοι σύμφωνοι. Το ότι ο πρωθυπουργός μας πρέπει να είναι ελληνικής ιθαγένειας δεν σημαίνει πως τον εκλέγει η δημόσια υπηρεσία, η οποία του χορήγησε την ελληνική ταυτότητα και ιθαγένεια. Παρομοίως και στη Ρωμανία, το ότι ο αυτοκράτορας έπρεπε να είναι ορθόδοξος δεν σημαίνει ότι οι παπάδες (που τον βάφτιζαν, μικρό) τον εξέλεγαν. Εξάλλου, τα περί ορθοδοξίας ως απαραίτητης προϋπόθεσης είναι πολύ γενικά και ασαφή. Οι Ίσαυροι αυτοκράτορες ήταν εικονομάχοι, δίωκαν τους ορθόδοξους, διοριζαν δικούς τους πατριάρχες κλπ, αλλά κανείς δεν διανοήθηκε να επαναστατήσει.

Οι Μιχαήλ Παλαιολόγος και Ιωάννης Παλαιολόγος υπέγραψαν την ένωση με την καθολική εκκλησία (σύνοδοι Λυών και Φλωρεντίας, αντίστοιχα), αλλά κανείς δεν επαναστάτησε με την αντιορθόδοξη πρακτική ζητώντας αλλαγή αυτοκράτορα. Κανείς δεν ζήτησε να παραιτηθούν οι αυτοκράτορες αυτοί. Θεοκρατία δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά να ταυτίζονται οι νόμοι του κράτους με ό,τι λέει ένα ιερό κείμενο μιας θρησκείας (βλ. ισλάμ-σαρία). Όμως στην Ρωμανία δια της θελήσεως και δια νόμου του κράτους επιτράπηκε ο τρίτος γάμος, παρόλο που στο ευαγγέλιο και στην ως τότε πρακτική της Εκκλησίας απαγορευόταν οι πολλοί γάμοι. Εν πάσει περιπτώσει, αν το ότι “έπρεπε” ο αυτοκράτορας να είναι ορθόδοξος είναι θεοκρατία (που δεν είναι), τότε και η αρχαία ελληνική πόλη-κράτος ήταν θεοκρατία, αφού έπρεπε υποχρεωτικά οι άρχοντες και οι πολίτες της πόλης-κράτους να θυσιάζουν και να σέβονται τους θεούς της πατρίδας τους. Η αρχαία Αθήνα π.χ. από την άποψη αυτή είναι “θεοκρατικό κράτος”. Όμως ούτε η αρχαία Αθήνα ούτε η Ρωμανία ήταν θεοκρατικές πολιτείες του αλλά τουναντίον ήταν ότι δημοκρατικότερο είχε να επιδείξει όλος ο πολιτισμένος κόσμος κατά αντιστοιχία στην εποχή τους.

Υψηλής τέχνης μικρογραφία από βυζαντινό χειρόγραφο (Παρισινό* ψάλτήρι) του 10ου αιώνα, χαρακτηριστικό της Μακεδονικής Αναγέννησης.
Υψηλής τέχνης μικρογραφία από βυζαντινό χειρόγραφο (Παρισινό* ψάλτήρι) του 10ου αιώνα, χαρακτηριστικό της Μακεδονικής Αναγέννησης.

*Το Παρισινό Ψαλτήρι (ή Codex Parisinianus) είναι ένα από τα σημαντικότερα σωζόμενα βυζαντινά χειρόγραφα του 10ου αιώνα. Το Ψαλτήρι δημιουργήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και περιλαμβάνει 449 folios και 14 ολοσέλιδες μικρογραφίες. Το χειρόγραφο φυλάσσεται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας (Bibliothèque Nationale), στο Παρίσι με κωδικό «MS Grec 139».
Οι περισσότερες από τις ολοσέλιδες μικρογραφίες περιέχουν σκηνές από τη ζωή του Δαυίδ. Σε αυτές συχνά συμπεριλαμβάνονται μορφές που έλκουν την προέλευσή τους από αρχαιότερα πρότυπα, όπως η Νύχτα, η Μελωδία ή η Ηχώ. Θεωρείται πως είναι επηρεασμένο από Ελληνο-Ρωμαϊκά μοτίβα, όπως οι παραστάσεις του Ορφέα.

Εγγραφείτε για να μαθαίνετε τα νέα μας

Θα λαμβάνετε τα τελευταία άρθρα στα εισερχόμενά σας.

Δεν στέλνουμε spam! Διαβάστε την πολιτική απορρήτου μας για περισσότερες λεπτομέρειες.

Άγνωστος Πατριώτης

Άγνωστος Πατριώτης

"Μετά την κατάκτηση της Ασίας και της Ελλάδας, μετά και από την σφαγή των ηγεμονικών διαδόχων της Κωσταντινούπολης και Τραπεζούντας…και το μαράζωμα μέρους της Μακεδονίας και της Ηπείρου, εδώ στέκομαι μόνος μαζί με τους εναπομείναντες στρατιώτες μου και την μικρή μου επικράτεια κατά του αδυσώπητου κατακτητή ο οποίος παλεύει να καταστρέψει τον Σταυρό και να υψώσει την σημαία του μισοφέγγαρου στο βασίλειο μας και να σκλαβώσει όλον τον κόσμο."

~ Γεώργιος Καστριώτης (Μιλώντας μπρος τον Πάπα Παύλο ΙΙ)

Άρθρα: 192

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *